请输入您要查询的单词:
单词
adnavissent
释义
adnavissent
Latin
Verb
adnāvissent
third-person plural pluperfect active subjunctive of
adnō
随便看
δρομολογητής
δρομολογητών
δρομολόγια
δρομολόγιο
δρομομέτρου
δρομομέτρων
δρομόμετρα
δρομόμετρο
δρομὰς
Δροπικοί
δροσίζομαι
δροσίζω
δροσίστηκα
δροσερός
δροσόλιθος
δροσόπαγε
δροσόπαγο
δροσόπαγος
δροσόπαγου
δροόν
δρυ
Δρυάς
δρυμέ
δρυμοί
δρυμού
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/8 11:11:11