请输入您要查询的单词:
单词
admoveretur
释义
admoveretur
Latin
Verb
admovērētur
third-person singular imperfect passive subjunctive of
admoveō
随便看
αποθεματικής
αποθεματικοί
αποθεματικού
αποθεματικούς
αποθεματικό
αποθεματικός
αποθεματικών
αποθεματοποίηση
αποθεματοποίησης
αποθεματοποιήσεις
αποθεματοποιήσεων
αποθεματοποιήσεως
αποθεράπευσα
αποθερίζω
αποθεραπεία
αποθεραπείας
αποθεραπεύθηκα
αποθεραπεύομαι
αποθεραπεύτηκα
αποθεραπεύω
αποθερισμέ
αποθερισμοί
αποθερισμού
αποθερισμούς
αποθερισμό
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/1 15:46:06