请输入您要查询的单词:
单词
adcrescebam
释义
adcrescebam
Latin
Verb
adcrescēbam
first-person singular imperfect active indicative of
adcrescō
随便看
βοσκώ
βοσκών
Βοσνία
Βοσνία-Ερζεγοβίνη
Βοσνία και Ερζεγοβίνη
Βοσνίας
Βοσνίου
Βοσνίους
Βοσνίων
βοσνιακά
βοσνιακός
βοσνιακών
Βοσπορίτης
βοτ.
βοτάνη
βοτάνης
βοτάνι
βοτάνου
βοτάνων
βοτήρ
βοταν.
βοτανικές
βοτανική
βοτανικής
βοτανικός
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/7/6 21:42:12