请输入您要查询的单词:
单词
conciderim
释义
conciderim
Latin
Verb
concīderim
first-person singular perfect active subjunctive of
concīdō
随便看
αποδεικτικούς
αποδεικτικό
αποδεικτικός
αποδεικτικών
αποδεικτός
αποδειχθήκαν
αποδειχθήκανε
αποδειχτήκαν
αποδειχτήκανε
αποδειχτικός
αποδεκάτισα
αποδεκάτισμα
αποδεκατίζομαι
αποδεκατίζω
αποδεκατίσματα
αποδεκατίσματος
αποδεκατίστηκα
αποδεκατισμάτων
αποδεκατισμέ
αποδεκατισμοί
αποδεκατισμού
αποδεκατισμούς
αποδεκατισμό
αποδεκατισμός
αποδεκατισμών
国际大辞典收录了7408809条英语、德语、日语等多语种在线翻译词条,基本涵盖了全部常用单词及词组的翻译及用法,是外语学习的有利工具。
Copyright © 2004-2023 idict.net All Rights Reserved
京ICP备2021023879号
更新时间:2024/8/7 16:10:31